Η διεγερτικοδηλητηρίαση του άγχους
Η αντίδραση σε κάποιον αγχογόνο παράγοντα, ιδιαίτερα έντονο, είναι λίγο πολύ γνωστή και παρόμοια σε όλους μας. Στην αρχή είναι το στάδιο του συναγερμού και της έντονης άρνησής μας να δεχτούμε αυτό που συμβαίνει. Ακολουθεί το στάδιο της αντίστασης και της προσπάθειας να προσαρμοστούμε στη νέα κατάσταση. Αυτά τα στάδια καταλήγουν στο στάδιο της εξάντλησης των συστημάτων του οργανισμού που έχουν κινητοποιηθεί για να αντιμετωπίσουν την απειλή που αποτελεί ο αγχογόνος παράγοντας.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που παρουσιάζεται τότε είναι η υπερπαραγωγή της ορμόνης κορτιζόλη, η οποία εκτός των άλλων, όταν μάλιστα είναι εκτός ελέγχου, συμβάλλει στη συσσώρευση λίπους στο σώμα. Και όχι μόνο. Μπορεί να προωθεί πολλά άλλα παθολογικά συμπτώματα, όπως ανισορροπία σακχάρου, οστεοπόρωση, εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος, και άλλα. Αυτός είναι ίσως ένας λόγος για τον οποίο τα άτομα που είναι συνεχώς αγχωμένα αρρωσταίνουν πιο εύκολα, αναρρώνουν πιο δύσκολα και είναι ιδιαίτερα ευάλωτα σε ευκαιριακές λοιμώξεις και σε εκφυλιστικές παθήσεις, όπως τα αυτοάνοσα νοσήματα – ερυθηματώδης λύκος, σκλήρυνση κατά πλάκας – και καρκίνος.
Η ορμόνη αυτή υπό ομαλές συνθήκες ελέγχεται από άλλες ορμόνες των επινεφριδίων – όπως η DHEA – για να είναι ευεργετική για το σώμα. Η εξάντληση όμως των ορμονών που την ελέγχουν την κάνει ζημιογόνο και ανεπιθύμητη για τον οργανισμό. Το ίδιο τοξικές για τα κύτταρά μας είναι και οι επινεφρίνες όταν εκκρίνονται συνεχώς σε μεγάλες ποσότητες και παραμένουν στην αιματική κυκλοφορία για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Πλημμυρίζουν τις κυτταρικές μεμβράνες και αναγκάζουν τα κύτταρα ή να «κλείσουν» τους χημικούς υποδοχείς σε αυτά τα βιοχημικά μόρια, να μην τα δέχονται δηλαδή, ή να καταστραφούν.
Αυτό οδήγησε ερευνητές του φαινομένου, όπως ο Taylor, να το περιγράψουν ως «η διεγερτικοδηλητηρίαση του άγχους». Δηλαδή η βαθμιαία καταστροφή και ο θάνατος των κυττάρων, ειδικά του νευρικού συστήματος, από τα βιοχημικά μόρια που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός μας, τις αγχωτικές ορμόνες και τους νευροδιαβιβαστές. Αυτός είναι ο λόγος που ο οργανισμός δεν επιτρέπει σε όλες αυτές τις βιοχημικές ουσίες να υπάρχουν διαρκώς στο αίμα, αλλά συνεχώς τις ανακυκλώνει. Τις συνθέτει, τις αποσυνθέτει και τις ξανασυνθέτει όταν και για όσο διάστημα τις χρειαζόμαστε. Όλη αυτή η πολύπλοκη διαδικασία εκτελείται με εκπληκτική επιδεξιότητα και ακρίβεια από τον οργανισμό μας δισεκατομμύρια φορές κάθε λεπτό, χωρίς εμείς να αντιληφθούμε το παραμικρό. Και βέβαια, για να εκτελείται σωστά απαιτεί ένζυμα, τα οποία με τη σειρά τους απαιτούν ορθά μόρια, δηλαδή βιταμίνες, μέταλλα και ιχνοστοιχεία κυρίως.
Η ισορροπία των επινεφριδίων εξαρτάται από πολλά ορθά μόρια, και ειδικά από τη βιταμίνη C, η οποία είναι απαραίτητη για τη σύνθεση των επινεφρινών, των βιταμινών της ομάδας Β, και ειδικά του παντοθενικού οξέος (Β5), της πυριδοξίνης (Β6) και της νιασίνης (Β3). Απαιτούνται επίσης μεγάλες ποσότητες ψευδαργύρου και ωμέγα ζωτικών λιπαρών οξέων.
Αφήστε μια απάντηση
Για να σχολιάσετε πρέπει να συνδεθείτε.